Η επιγραφή στη φωτο γράφει: "Ἡ ἑνορία τοῦ Προφήτου Ἠλία,τὸ ἰατρεῖο καὶ τὸ μαιευτήριο του Προφήτου Ήλία σᾶς καλοσωρίζουν".
πηγη:o-nekros
[...] Ὁ π. Αὐγουστῖνος μᾶς καλοσώρισε μὲ ἕνα σύντομο,ταπεινὸ καὶ ὡραῖο
λόγο. Μετὰ πήρε τὸν λόγο ὁ ἀρχηγὸς τῆς περιοχῆς, μᾶς προσεφώνησε καὶ
μᾶς ἐξέθεσε τὶς ἀνάγκες τῆς ἐνορίας. Ἔχουμε πολλὲς χῆρες ποὺ δὲν ἔχουν
κάποιον νὰ τὶς φροντίσει, τὰ παιδιὰ μας κάθε μέρα πᾶνε δέκα χιλιόμετρα
μὲ τὰ πόδια στὸ σχολεῖο καὶ θέλουν ἄλλα δέκα νὰ γυρίσουν, δὲν ἔχουμε
κοντύτερα σχολεῖο, δὲν ἔχουμε νοσοκομεῖο, ὁ παπᾶς μας περιορίστηκε σὲ
ἕνα δωμάτιο καὶ τὸ ὑπόλοιπο σπίτι του τὸ διέθεσε καὶ κάναμε ἕνα μικρὸ
ἰατρεῖο-νοσοκομεῖο.Ὁ νοσοκόμος μὲ καμάρι μᾶς μίλησε γιὰ τὸ μικρὸ «νοσοκομεῖο» ποὺ δημιούργησε ἡ ἀγάπη καὶ ἡ θυσία τοῦ π. Αὐγουστίνου.
Νοσοκομεῖο ἐδῶ στὴν ἔρημο; Μὰ μὸνο καλύβες εἴδαμε. Ἡ ἀπορία μας ἦταν μεγάλη, τὶ εἶναι αὐτὸ; Ἐρχόμενοι δὲν εἴδαμε νοσοκομεῖο.
Μόλις τέλειωσε ἡ ὑποδοχὴ τοῦ ἐπισκόπου, ζητήσαμε νὰ δοῦμε τὸ νοσοκομεῖο. Μᾶς ὁδήγησαν δίπλα στὴν ἐκκλησία σὲ ἕνα σπίτι μὲ τρία δωμὰτια καὶ ἕνα διάδρομο.
Στὴν εἴσοδο μᾶς ἀνέμεναν τρεῖς γυναῖκες.
-Εἶναι οἱ συνεργάτες μου, μᾶς εἶπε ὁ νοσοκόμος, μία μαῖα μὲ δύο βοηθούς. Εἰσήλθαμε, καὶ εἴδαμε στὸ διάδρομο μιὰ μητέρα ποὺ βαστοῦσε στὴν ἀγκαλιά της ἕνα ὄμορφο μωρό. Στὸ χέρι της βαστοῦσε ἕναν ὁρὸ συνδεδεμένο μὲ τὸ λεπτὸ χεράκι τοῦ μικροῦ. Ἔβλεπες τὴν ἀγωνία στὸ πρόσωπό της. Ἕνα γεροντάκι καθόταν σὲ μιὰ καρέκλα περιμένοντας ὑπομονετικὰ τὴν σειρὰ του γιὰ νὰ τὸν ἐξετάσει ὁ νοσοκόμος καὶ νὰ τοῦ δώσει τὰ κατάλληλα φάρμακα. Χαιρετίσαμε, μπήκαμε λίγο πιὸ μέσα, στὸ δωμάτιο τῶν ἀσθενῶν.
Μέσα σέ ἕνα ψάθινο κρεββατάκι ἀντικρύσαμε ἕνα νεογέννητο μωρὸ. Δίπλα του, δυὸ-τρεῖς γυναῖκες ξαπλωμένες σὲ σιδερένια κρεββάτια. Τὶς χαιρετίσαμε, τὶς εὐλογήσαμε καὶ προχωρήσαμε.Ὁ ξεναγὸς νοσοκόμος μᾶς ὁδήγησε στὸ δεύτερο δωμάτιο ὅπου εἶχε τὸ φαρμακεῖο του, δυὸ τρὶα ρὰφια μὲ λίγα φάρμακα. Δίπλα τὸ δωμάτιο τοῦ ἱερέως καὶ τῆς οἰκογενείας του. Ἀναρρωτήθηκα, ἐδῶ μένει ὅλη ἡ οἰκογένεια; Παραχώρησε ὅλο του τὸ σπίτι καὶ περιορίστηκε σ’αὐτὸ τὸ μικρὸ δωμάτιο ὁ ταπεινὸς π. Αὐγουστίνος;
-Ἐδῶ μένει ἡ οἰκογένεια τοῦ π. Αὐγουστίνου..., ὁ π. Αὐγουστῖνος βλέποντας τὸν πόνο καὶ τὶς ἀρρώστιες τῶν ἀνθρώπων, διαπιστώνοντας ὅτι κοντὰ στὸ χωριὸ του δὲν ὑπάρχει οὔτε γιατρὸς οὔτε νοσοκομεῖο, κράτησε μόνο ἕνα δωμάτιο καὶ τὸ ὑπόλοιπο σπίτι του τὸ μετέτρεψε σὲ νοσοκομεῖο. Στὴν αὐλὴ ἔκανε μιὰ καλύβη γιὰ νὰ λειτουργεῖ ὡς μαιευτήριο. Ἔχει βοηθήσει πολὺ κόσμο τὸ μικρὸ μας «νοσοκομεῖο» συνέχισε ὁ νοσοκόμος. Ἕνα βράδυ ἀρρώστησε ὁ π. Αὐγουστῖνος βαρειὰ καὶ ὅλοι μας φοβηθήκαμε μήπως τὸν χάσουμε. Προσευχηθήκαμε, τὸν περιποιηθήκαμε μὲ τὰ φάρμακα ποὺ εἴχαμε, τοῦ βὰλαμε καὶ ὁρὸ, κάναμε ὅ,τι μπορούσαμε ὅλη τὴν νύκτα καὶ τὸ πρωΐ τὸν μεταφέραμε στὸ νοσοκομεῖο τῆς Κανάγκας. Εὐτυχῶς πού εἴχαμε τὸ μικρὸ μας «νοσοκομεῖο» καὶ σώθηκε ὁ πατέρας μας!
Ὁ π. Αὐγουστῖνος ταπεινὰ παρακολουθοῦσε αὐτὰ ποὺ ἔλεγε ὁ νοσοκόμος, δὲν μιλοῦσε, δὲν ὑπερηφανευόταν. Τὸν πῆρα ἰδιαιτέρως, τὸν συνεχάρηκα.
-Δὲν ἔκανα τίποτε ψέλισε, τὸ καθῆκον μου ἔκανα.
-Ἀδελφὲ μου, θὰ μᾶς ἔχεις πάντα δίπλα σου, μόλις μπόρεσα συγκινημένος νὰ τοῦ πῶ....
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου